Tai Shani, DC Semiramis, 2019, εγκατάσταση για το Βραβείο Turner 2019 στην Turner Contemporary. Φωτό: Stephen White

Turner Prize 2019: Βαρόμετρο της κοινωνικής πραγματικότητας

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο τ. 247 των Νέων της Τέχνης (15 Νοεμβρίου 2019)

Σκέψεις για τις φετινές υποψηφιότητες

To Τurner Prize ιδρύθηκε το 1984 από την πινακοθήκη Tate ως ετήσια αναγνώριση ενός Βρετανού καλλιτέχνη για μια εξαιρετική έκθεση την προηγούμενη χρονιά. Παρά τις άπειρες δυσκολίες αρχικά (όπως συντηρητικό κοινό, εχθρικά ΜΜΕ, δυσκολία ανεύρεσης χορηγών) που οδήγησαν ακόμη και στην αναστολή του το 1990, το βραβείο συνέχισε με επιμονή και αποτελεί πλέον μία από τις σημαντικότερες διακρίσεις τέχνης διεθνώς, με απευθείας κάλυψη της απονομής από την τηλεόραση και τεράστια επισκεψιμότητα.

Κομβικής σημασίας υπήρξε η βράβευση του Wolfgang Τillmans το 2007, που άνοιξε το θεσμό σε καλλιτέχνες με έδρα τη Βρετανία ανεξαρτήτως εθνικότητας. Μία άλλη καινοτομία ήταν η απόφαση η έκθεση με τα έργα των υποψηφίων να γίνεται κάθε δεύτερο χρόνο σε διαφορετική πόλη. Φέτος πραγματοποιείται στο παραθαλάσσιο Μargate, που τα τελευταία χρόνια ζει μια πολιτιστική αναγέννηση. Η πόλη (γενέτειρα της Τracey Emin) έχει αποκτήσει μια καλλιτεχνική κοινότητα πρώτης γραμμής, με πολλούς δημιουργούς και επιμελητές να μετακομίζουν εδώ (όπως η Sophie von Hellermann, ο Carl Freedman κ.ά.).

Helen Cammock, στιγμιότυπο από το The Long note, 2018. Φωτό: David Levene. Παραχώρηση της καλλιτέχνιδας

Οι φετινοί υποψήφιοι
Το βραβείο για το 2019 διεκδικούν οι Lawrence Abu Hamdan, Helen Cammock, Oscar Murillo και Tai Shani. H τελευταία είναι η πιο γνωστή στο ελληνικό κοινό αφού δουλειά της φιλοξενήθηκε στην περσινή Μπιενάλε της Αθήνας. Δημιουργός με ιδιαίτερο στίγμα, που συνδυάζει τη γλυπτική με την περφόρμανς και τη λογοτεχνία δίνοντας μορφή σε σύνθετες πολιτικές, κοινωνικές και φιλοσοφικές ιδέες, η Shani παρουσιάζει την εγκατάσταση DC: Semiramis, εμπνευσμένη από Το βιβλίο της πόλης των κυριών, γραμμένο το 1405 από την Christine de Pizan. Διαδραματίζεται σε μια φανταστική κοινωνία γυναικών με χαρακτήρες από την ιστορία και τη μυθολογία. Η βασική ιδέα του είναι η κατάρριψη της πατριαρχικής σκέψης και δομών που κυριαρχούν για αιώνες. Στη σημερινή Βρετανία, όπου η έννοια του φύλου είναι ρευστή, ο όρος γυναίκα δεν αποτελεί προσδιορισμό με βάση το φύλο. Ωστόσο, η εγκατάσταση εξακολουθεί να αναπαράγει τις κλισέ αναφορές στη θηλυκότητα όπως αυτές έχουν ενταχθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο.

Την Helen Cammock ενδιαφέρουν οι ιστορίες που δεν αποτελούν κεντρική αφήγηση, θεωρώντας ότι χωρίς αυτές δεν μπορούμε να έχουμε μια ειλικρινή σχέση με το παρόν και να τοποθετηθούμε ως άτομα στην κοινωνία. Το φιλμ της The long note αναφέρεται στο ρόλο των γυναικών στο κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Βόρεια Ιρλανδία. Μια σειρά από τυπώματα συμπληρώνουν την εγκατάσταση, θέτοντας ερωτήματα σχετικά με την ατομική και συλλογική ευθύνη και την έννοια της αντίστασης σε έξωθεν επιβαλλόμενες δομές. Δυστυχώς το φιλμ έχει μεγάλη διάρκεια και είναι πολύ αισθητικοποιημένο για να καθηλώσει νέους σε ηλικία θεατές, οι οποίοι είναι συνηθισμένοι στο γρήγορο ρυθμό και στη συνεχή εναλλαγή εικόνων, καθιστώντας το όλο εγχείρημα μια έκφραση προσωπικών ανησυχιών.

Ο Oscar Murillo εκθέτει μία εντυπωσιακή εγκατάσταση με τίτλο Collective blindness, η οποία εμπλέκει τα προσωπικά του βιώματα από τη γενέτειρά του, την Κολομβία, με την ιστορία της ζωγραφικής, τις συνθήκες εργασίας και παραγωγής πλούτου και τις μεταναστευτικές ροές στην Ευρώπη. To εγχείρημα είναι φιλόδοξο αλλά φλύαρο και, τελικά, αφελές.

Ο Lawrence Abu Hamdan παρουσιάζει την οπτικοακουστική εγκατάσταση Ear witness theatre, βασισμένη στην έρευνά του για τον ήχο. Το 2016 κλήθηκε από τους Forensic Architecture να συμμετέχει σε μία ακουστική έρευνα στη φυλακή Saydnaya, βόρεια της Δαμασκού. Εκεί οι έγκλειστοι κρατούνται με κλειστά μάτια σε κατάσταση απόλυτης σιγής, οπότε δεν ξέρουν που βρίσκονται. Με βάση τις ακουστικές του μνήμες, ο καλλιτέχνης προσπάθησε να τους δώσει μια οπτικοποιημένη αφήγηση. Αφιέρωσε δύο χρόνια αναζητώντας μια νέα «γλώσσα επικοινωνίας» που διεύρυνε την αντίληψή του για τις έννοιες της φωνής, της μνήμης και της αρχιτεκτονικής. Αυτό που τον συναρπάζει είναι ότι ο ήχος δεν μπορεί να περιοριστεί· πάντα θα ξεφεύγει, θα διαρρέει.

Αν και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχει ανακοινωθεί ο νικητής, θεωρώ ότι ο Lawrence Abu Hamdan αξίζει το βραβείο για τον ευρηματικό και ρηξικέλευθο τρόπο που διευρύνει τα όρια και το ρόλο της τέχνης στην εποχή της τεχνολογικής επανάστασης και της παγκόσμιας επιτήρησης.

TAGS
Εργαστήριο Συντήρησης & Αποκατάστασης