al Isaac Hadad, Récital for masseur, στην 33η Μπιενάλε του Σάο Πάολο, 2018 © Leo Eloy / Estúdio Garagem / Fundação Bienal de São Paulo

34η Μπιενάλε του Σάο Πάολο: Παρά το σκοτάδι, επιμένει να τραγουδά

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο τ. 248 των Νέων της Τέχνης (15 Ιανουαρίου 2020)

 

Υπό τον τίτλο Though its dark, still I sing, η ιστορική μπιενάλε τέχνης επιστρέφει. Ο επιμελητής της, Jacopo  Crivelli  Visconti, ανοίγει τα χαρτιά του για τη φιλοσοφία, τις προκλήσεις και τις νέες πρακτικές που δοκιμάζουν

Η Μπιενάλε εκτείνεται φέτος σε μεγαλύτερη διάρκεια αλλά και σε όλη την πόλη με μια σειρά από εκθέσεις. Πώς προέκυψε αυτό και πόσο απαιτητικό ήταν; 
Η διοργάνωση συνολικά αποτελεί ιδιαιτέρως μεγάλη πρόκληση. Ως επιμελητές, ανταλλάσσουμε ιδέες με περίπου 25 ιδρύματα, πολύ διαφορετικά μεταξύ τους. Το κοινό των οργανισμών αυτών αποτελεί, τουλάχιστον δυνητικά, και το κοινό της Μπιενάλε, η οποία υποδέχεται περίπου 800.000 άτομα κάθε φορά. 

Η ιδέα πίσω από την επέκταση στην πόλη έγκειται στο ότι οι επισκέπτες μπορούν να προσεγγίσουν τα έργα και τους καλλιτέχνες σε διαφορετικές στιγμές και μέρη καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Κάποια παρουσιάζονται αρχικά στο Περίπτερο της Μπιενάλε ως μέρος ατομικών εκθέσεων που ανοίγουν τον Φεβρουάριο, τον Απρίλιο και τον Ιούλιο κι έπειτα ως μέρος της ομαδικής έκθεσης που θα ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο.  

Ασφαλώς δεν πρόκειται να δουν οι πάντες όλες τις εκθέσεις. Το κοινό είναι τεράστιο και ανομοιογενές. Αρκετοί επισκέπτες θα ενδιαφέρονται γι’ αυτή την επιμελητική διαδικασία, καθώς και για τα πολλαπλά στρώματα του κάθε έργου. Άλλοι θα επισκεφθούν μόνο την Μπιενάλε του Σεπτεμβρίου που αποτελεί σημαντικό πολιτιστικό γεγονός. Προσπαθούμε να φτιάξουμε μία έκθεση με την οποία οι άνθρωποι μπορούν να επικοινωνούν σύμφωνα με τα δικά τους ενδιαφέροντα. 

«Σήμερα ζούμε μια κατάσταση ακραίας πόλωσης· οι άνθρωποι δεν μοιάζουν διατεθειμένοι να σεβαστούν ή να αποδεχτούν όσα δεν κατανοούν. Γνωρίζουμε πως η Μπιενάλε δεν πρόκειται να δώσει πρακτικές λύσεις, επιδιώκει όμως να τοποθετηθεί ως πολιτιστικό γεγονός που σχεδιάζεται σε μια πολύ συγκεκριμένη χρονική στιγμή και ανταποκρίνεται σε αυτήν» 

Jacopo Crivelli Visconti, επιμελητής της 34ης Μπιενάλε του Σάο Πάολο, 2020 © Pedro Ivo Trasferetti / Fundação Bienal de São Paulo

Μιλήστε μας για την επιμελητική ομάδα και τους καλλιτέχνες της φετινής έκδοσης.
Η ομάδα αποτελείται από τους Paulo Miyada, Carla Zaccagnini, Ruth Estévez, Francesco Stocchi κι εμένα και θεωρώ ότι ο καθένας μας διαθέτει πολύ συγκεκριμένα οράματα τόσο για την τέχνη όσο και για την επιμελητική του πρακτική. Όλοι μας, με εξαίρεση τον Paulo, γεννηθήκαμε κάπου διαφορετικά και τώρα ζούμε αλλού. Πιστεύω ότι αυτή η πτυχή αναδεικνύεται αρκετά έντονα στην έκθεση, όχι με άμεσο ή κυριολεκτικό τρόπο, αλλά ως πληροφορία για το πώς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Yπό αυτή την έννοια, η αναφορά στον Édouard Glissant (σ.σ. τον στοχαστή από τη Μαρτινίκα και συγγραφέα του έργου Η ποιητική της συνάφειας) είναι αρκετά συνεπής με την ιδέα της αέναης κίνησης, της αντιμετώπισης και της τοποθέτησης σε σχέση με διαφορετικούς πολιτισμούς και περιβάλλοντα. Σχετικά με τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες, έχουν ανακοινωθεί αρκετοί (σ.σ. Ximena Garrido-Lecca, Clara Ianni, Deana Lawson,  Neo Muyanga, León Ferrari, Hélio Oiticaca) αλλά επιθυμούμε η λίστα να κλείσει μέχρι τον Μάρτιο.

Πώς η έννοια της ποιητικής της συνάφειας αντανακλά την πολιτική κατάσταση στη Βραζιλία και στη Λατινική Αμερική; Ανησυχείτε μήπως αντιμετωπίσετε θέματα λογοκρισίας;
Η ποιητική της συνάφειας και άλλες έννοιες που μαθαίνουμε από τον Glissant είναι κεντρικές στον τρόπο με τον οποίο σχεδιάστηκε η διοργάνωση. Μία άλλη έννοια την οποία ανέπτυξε εκτενώς είναι αυτή της διαφάνειας, την οποία θεωρώ πολύ επίκαιρη. Υποστηρίζει την ανάγκη να εδραιώνουμε τις σχέσεις μας με τον Άλλο, τον οποίο δεν καταλαβαίνουμε πλήρως. Σήμερα ζούμε μια κατάσταση ακραίας πόλωσης, οι άνθρωποι δεν μοιάζουν διατεθειμένοι να σεβαστούν ή να αποδεχτούν όσα δεν κατανοούν. Η Μπιενάλε δεν πρόκειται να δώσει πρακτικές λύσεις· επιδιώκει όμως να τοποθετηθεί ως πολιτιστικό γεγονός που σχεδιάζεται σε μια πολύ συγκεκριμένη χρονική στιγμή και ανταποκρίνεται σε αυτήν.  

Είναι δύσκολο να προβλέψουμε τι θα μπορούσε να συμβεί σε σχέση με τη λογοκρισία τους επόμενους μήνες, καθώς η κατάσταση ήταν πολύ τεταμένη και είναι κάτι που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Μέχρι στιγμής πάντως δεν υπήρξε καμιά πίεση. 

Η έκθεση του Antonio Ballester Moreno, 33η Μπιενάλε του Σάο Πάολο, 2018 © Leo Eloy / Estúdio Garagem / Fundação Bienal de São Paulo

Ποια η καινοτόμα συνεισφορά σας σε μια εποχή με πολλές  μπιενάλε; Συμμερίζεστε την άποψη ότι ενδεχομένως να έχουν κουράσει ως πλατφόρμα;
Καινοτομούμε με διάφορους τρόπους: επεκτείνουμε την έκθεση σε χρόνο και χώρο, μελετούμε την αρχιτεκτονική σε σχέση με το κτίριο και όχι με τα έργα, προσπαθούμε να τονίσουμε τις σχέσεις μεταξύ των έργων και δεν φοβόμαστε να δείξουμε τα ίδια έργα δύο φορές ή να επιλέξουμε υπάρχοντα έργα έναντι της παραγωγής νέων. Τέτοιες καινοτομίες μπορούν να είναι ενδιαφέρουσες στο πλαίσιο μιας επιμελητικής πρακτικής, αλλά στο ευρύ κοινό δεν γίνονται πάντα εμφανείς. Νομίζω όμως ότι αυτό είναι απολύτως ορθό, καθώς απευθυνόμαστε σε πολλούς και διαφορετικούς επισκέπτες και προσπαθούμε να συνομιλούμε με όλους. 

Δε συμφωνώ καθόλου ότι οι μπιενάλε έχουν ξεπεραστεί. Αποτελούν μια μοναδική πλατφόρμα πειραματισμού που μας φέρνει σε επαφή με συγκεκριμένο κοινό, κάτι ιδιαίτερα ασυνήθιστο στη σύγχρονη τέχνη. Υποθέτω ότι αυτό ισχύει περισσότερο για μερικές μπιενάλε παρά για άλλες, αλλά το Σάο Πάολο ήταν πάντα ένας τόπος όπου ο πειραματισμός ήταν ευπρόσδεκτος, αναμενόμενος και απαραίτητος για την εδραίωση της τοπικής καλλιτεχνικής σκηνής.

Το ρεπορτάζ δημοσιεύτηκε στο τ. 248 των Νέων της Τέχνης.

TAGS
Εργαστήριο Συντήρησης & Αποκατάστασης